- παραρ(ρ)υμίς
- -ίδος, ἡ, Α(κατά τον Ησύχ.) αυτό που βρίσκεται κοντά στον ρυμό, στο επίμηκες ξύλο τής άμαξας, δεξιά και αριστερά τού οποίου ζεύονται τα υποζύγια.[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)-* + ῥυμός (< ἐρύω [Ι], «σύρω, τραβώ» + κατάλ. -ίς].
Dictionary of Greek. 2013.